topbella

*ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΤΗΣ ΜΠΙΟΥΤΙ...!!!4*




''Με το ζόρι παντρειά..''

  Αφού ξημέρωσε,και ας πούμε πως κοιμήθηκα,μιας και στο μυαλό μου στροβιλιζόταν το χθεσινό σκηνικό,αποφάσισα να πάρω τον Π.Μ.Α. τηλέφωνο,και να δω...
  Τι σου είναι όμως η ζωή...Όλα ανατρέπονται,μέσα σε ένα δευτερόλεπτο.Η ζωή σου ένα παιχνίδι jenga...Εκεί που νομίζεις πως βρήκες τον έλεγχο,ένα λάθος τούβλο σε ένα λάθος σημείο,και μπαμ....Καταρρέουν όλα...
  Παίρνω βαθιά ανάσα.Ανοίγω το κινητό.Ξαναπαίρνω βαθιά ανάσα,και πατώ κλήση.
  Μπιπ...Μπιπ...
  Καλεί...
  Δεν ξανανασαίνω...
  Τουτ τουτ...
  Τουτ τουτ; Μου το έκλεισε το κάθαρμα...
  Λες να μίλησε με την Τίνα;Ίσως να είναι και μαζί τώρα...Και ποιος ξέρει τι να κάνουν;Ούτε να το σκέφτομαι δε θέλω...
  Μπιπ Μπιπ
  Μήνυμα...Από τον Π.Μ.Α. Άρα δεν είναι μαζί.Με χέρια που τρέμουν σαν να χορεύουν harlem shake ανοίγω το μήνυμα...

  Είσαι τρελή;Είμαι με τα παιδιά μου.Τι έγινε;

 Ε λοιπόν θα το παίξω το παιχνιδάκι.Τώρα που μπήκα στο χορό,θα χορέψω!Once a Κατίνα,always a Κατίνα.
 Θα απαντήσω κάτι ουδέτερο.
 Πληκτρολογώ.
  
  Συγγνώμη...Δεν πρόλαβα να το σηκώσω πριν...Με ήθελες κάτι συγκεκριμένο;

 Αποστολή...
   .....

  Μέχρι το μεσημέρι η ζωή μου κύλησε βαρετά και ανούσια...  Κανένα νεότερο,και τίποτε ξαφνικό.
 Με αυτά και με εκείνα ήρθε η ώρα να φάω...
 Πάω προς το ψυγείο μου.Το ψυγείο μου,είναι από τα πρώτα θύματα της κρίσης.Το ανοίγω.Ένα γιαούρτι,προφανώς ληγμένο,δύο λεμόνια,ένα αυγό,μια κέτσαπ και μια μουστάρδα...
 Ευτυχώς έχω ένα εικοσάρικο,θα παραγγείλω τίποτα.Και θα πάρω και από το τηλέφωνο της Τίνας, για να μάθει κιόλας!

-Ναι γεια σας,μια παραγγελία θα ήθελα να κάνω.Μια σπέσιαλ,ναι την οικογενειακή,ένα πεινιρλί,μια τυροκροκέτες,και ένα παγωτό με καραμέλα για επιδόρπιο. Α,και μια coca cola,zero παρακαλώ,γιατί προσέχουμε και τη σιλουέτα μας!Έχω και κουπόνι -50%.
Αδάμαντου 8,τρίτος,Μπιούτι το κουδούνι.Ευχαριστώ.

Το πόσο ανυπομονώ να φάω δεν περιγράφεται!

 Κλείνοντας το τηλέφωνο,βλέπω ένα μήνυμα.
 Ο Π.Μ.Α. 

''Ναι όλα οκ.Ευχαριστώ.''

 Τι εννοεί ο ποιητής;Πολύ μπερδεμένα μου φαίνονται τα πράγματα...

Ντριιιιν...

Καλέ,με πυραυλοκίνητο ήρθαν οι πίτσες;

-Ποιος είναι;

Καμία απάντηση...
Θα παράκουσα από την πείνα...

Ντριιιν Ντριιιν...

Το πάνω κουδούνι.Κοιτάζω διστακτικά από το ματάκι.
Καλέ...Μια ανθοδέσμη!!!
Το Τεκνό θα μου την έστειλε,είμαι σίγουρη!Μα τι τζεντλεμαν!

-Γεια σας,ανοίγω ενθουσιασμένη!
-Καλησπέρα,μου απαντάει μια τσιριχτή φωνή.
-Για μένα είναι η ανθοδέσμη;
-Ναι...
-Ναι...Δε θα μου τη δώσετε;
Καμιά απάντηση...
Βήματα ακούγονται από τις σκάλες.Η τυχερή μου μέρα,οι πίτσες θα είναι!
Χα...Ναι ε;
Δε νομίζω!
  Μια γιαγιάκα που κοντανασαίνει φτάνει στη σκάλα,στέκεται με τα χίλια ζόρια, κρατώντας ένα κουτί από ένα ζαχαροπλαστείο.
Καλέ...Η γρια από το ασανσέρ...
-Δώστα βρε...απευθύνεται στον άνθρωπο -ανθοδέσμη,ο οποίος ατσούμπαλα μου πετάει τα λουλούδια στη μούρη.
Και τότε γίνεται η αποκάλυψη!
  Ο Γκόλουμ-Ντάνι Ντε Βίτο,με λαμέ κοστούμι,άσπρο πουκάμισο,παπιγιόν,σκαρπίνι με μύτη που σκοτώνει κατσαρίδες στη γωνία,και γυαλιά Χάρι Πότερ,με κοιτάει με γουρλωμένα μάτια.
Ασυναίσθητα τα γουρλώνω και εγώ και ξεροκαταπίνω.
  Η γριά κουτσαίνοντας,έρχεται προς το μέρος,σαν να μην είμαι μπροστά με προσπερνάει,μπαίνει στο σπίτι ΜΟΥ,και κάθεται στον καναπέ ΜΟΥ!
 -Άντε μπες μέσα,φωνάζει...
Στέκομαι ακίνητη από το σοκ,αλλά γρήγορα αντιλαμβάνομαι πως δεν απευθύνεται σε μένα.Ο γιος της με προσπερνάει και αυτός,δεν είναι και δύσκολο βέβαια,και αυτός κοντός είναι,καλά από το Στρουμφοχωριό κατάγονται;,και θρονιάζεται και αυτός στον καναπέ.
 Ταπηροκρανιώνομαι,κλείνω την πόρτα με νεύρα,και τους πλησιάζω.
-Βάλε μου ένα νερό,με διατάζει η γιαγιά.
-Τι γίνετε εδώ;ρωτάω κοιτώντας μια τον έναν και μια τον άλλον.Πάτε καλά;
-Δόξα το Θεό κόρη μου,καλά πάμε,άμα εξαιρέσεις τα αρθριτικά μου...Τι σου κάνει η υγρασία...
-Δεν εννοώ αυτό..Είσαστε με τα καλά σας;
-Εεε,ναι..Πρώτη φορά στο σπίτι σου,με τα καλά μας θα έρθουμε,μη μας περάσεις και για γύφτους.
-Ούτε αυτό εννοώ.Πως μπήκατε;Τι θέλετε;
-Ααα,εσύ δε μας άνοιξες την πόρτα;Τι σε έπιασε τώρα;
 Αχ,δε συνεννοούμαι... Η υπομονή μου εξαντλήθηκε και δε θα επανακυκλοφορήσει...
-Βάλε τις πάστες στο ψυγείο.Η άσπρη είναι για μένα,δεν κάνει να τρώω από τις άλλες,έχω και το ζάχαρο μου,και βάλε μου και ένα ποτήρι νερό,κοράκιασα, ανέβηκα τόσες σκάλες...Αφότου κλειστήκαμε δε ξαναμπαίνω στο κλουβί...
 Κάποτε καλά τα έλεγε η Χρύσπα,και τη σνομπάρανε.Μου κάνει πλάκα ο Θεός...
-Άντε πήγαινε παιδί μου...
-Αααα ακούστε να σας πω,απαντάω,αλλά το κουδούνι με διακόπτει.

-Ποιος είναι;Στον τρίτο.

 Ήρθε η παραγγελία.Πηγαίνω στο δωμάτιο,παίρνω το πορτοφόλι μου,και πηγαίνοντας προς την πόρτα,βλέπω τη γρια να έχει σηκωθεί,και να περιεργάζεται τη γωνία με τις φωτογραφίες μου.

 -Ααα,μα τι ευγενική που είσαι,φωνάζει την ώρα που πληρώνω το ντελίβερι,παρήγγειλες να φάμε!Καλά το κατάλαβα πως δε ξέρεις να μαγειρεύεις αλλά θα σε στρώσω εγώ!

  Έρχεται κούτσα κούτσα,μου αρπάζει τη σακούλα,και βγάζει τα φαγητά μου.

-Ααα,δεν τα τρώω εγώ αυτά.Τι είναι αυτοί οι κίτρινοι κεφτέδες,ρωτάει ενώ περιεργάζεται την τυροκροκέτα σαν ενεχυροδανειστής που κοστολογεί χρυσαφικά.
-Κυρία μου,σας παρακαλώ αυτά είναι για μένα.Δεν παρήγγειλα τίποτε για εσάς.Μα τι θέλετε δυο άγνωστοι μες στο σπίτι μου,ούτε τα ονόματά σας δε ξέρω καλά καλά...Δεν είναι λογικό δεν το καταλαβαίνετε;

Φυσικά είναι λες και δε μίλησα.

-Εγώ είμαι η Μπάμπω...

 Το βλέπω αυτό!

-Και ο γιόκας μου ο Επαμεινώνδας...

Που τον κοιτάς γελώντας;

-Θα φάμε μια ομελέτα,θα τα πετάξω αυτά.Παίρνει όλη μου την παραγγελία,κατευθύνεται προς την κουζίνα,και την παίρνω στο κατόπι.

Ανοίγει τα σκουπίδια και τα πετάει...

-Καλέ είστε τρελή;

Με αργά βήματα,και εξακολουθώντας να με αγνοεί,ανοίγει το χτυπημένο από την κρίση ψυγείο μου.

-Ιιιιιιι....Ου να μου χαθείς παλιοτεμπέλα.Τι είναι αυτά τα ξεφτιλίκια;Γυναίκα πράμα,και να μην έχεις τίποτα στο ψυγείο σου;Ποιος θα σε πάρει έτσι;

-Αααα,ακούστε να σας πω κυρα Μπάμπω μου...

-Μην υψώνεις φωνή στη μάνα σου,γλωσσού...

-Στην ποια;

-Τεμπέλα..Ακαμάτα..Μόνο στα φτιασίδια το 'χεις το μυαλό σου...

-Όπου θέλω το έχω το μυαλό μου.Με ζαλίσατε...Πότε θα φύγετε επιτέλους;Θα φωνάξω την αστυνομία...

Νευριασμένη κατευθύνομαι προς τον Επαμεινώνδα,δε μπορεί,ίσως να έχει μια σταγόνα λογικής επάνω του.
Κάθεται ακίνητος,ασάλευτος,σαν playmobil είναι...

-Πάρε τη μάνα σου,και φύγε ΤΩΡΑ,με ακούς;

 Δεν κουνιέται...Να είναι λες κουφός;

-ΜΙΛΑ ΜΟΥ,έλεος,θα με στείλετε στο Δαφνί;Τι αμαρτίες πληρώνω;

Έλα που δε ξέρεις!!!

Να σου και η Μπάμπω κούτσα κούτσα.

-Δεν της το έδωσες ακόμα;Δως της το,τον διατάζει.

Ο Επαμεινώνδας,με τον δείκτη του,φτιάχνει τα γυαλιά του στη μύτη του,και κάνει την επική κίνηση.Βγάζει ένα κουτάκι από την τσέπη του,γονατίζει,ή στέκεται όρθιος,δεν έχει διαφορά και με κοιτάει σα χάνος.

-Άνοιξε το καμάρι μου.

Ένα μονόπετρο ξεπροβάλει.Μα τι γίνεται;

-Από τα καλύτερα το πήραμε.Χρυσό,με μπριγιαν,έχουμε λεφτά.Θα σας γράψω και το κτήμα στο χωριό,ζωή και κότα θα κάνετε...

Γιατί δε μπορώ να αντιδράσω;

Ντριιιν...Ντριιιν...

Η Μπάμπω λες και είναι στο σπίτι της,πάει και ανοίγει την πόρτα.

-Ποια είσαι εσύ; ρωτάει.
-Εσύ ποια είσαι;Που είναι η κόρη μου;

Όχι...Όχι...Όχι...Η μάνα μου...

-Συμπεθέρα,πάνω στην ώρα ήρθες,λέει η Μπάμπω και πέφτει επάνω της.

  Η πόρτα είναι ανοιχτή.Λέω να φύγω τώρα όσο προλαβαίνω.Συν όλα τα άλλα ήρθε και η μάνα μου.Που της έχω πει ψέμματα πως έχω δουλειά,που της έχω πει πως όλα κυλάνε ωραία στη ζωή μου,που με πρήζει να κάνω οικογένεια και παιδιά,και παραπονιέται πως δεν έχω σχέση...Και έρχεται και αντικρίζει αυτό το θέαμα;Ε ποτέ....

-Κόρη μου τι γίνεται εδώ;Αυτός εδώ είναι ο άντρας που διάλεξες,ρωτάει διστακτικά,όπου σα μάνα μου αν μη τι άλλο,ξέρει το γούστο μου!

-Μαμά,σε παρακαλώ,έχει γίνει μια παρεξήγηση εδώ...Δε ξέρω καν ποιοι είναι αυτοί οι άνθρωποι.

-Μπιούτι; ακούγεται μια φωνή...

 Στην πόρτα είναι το Τεκνό,και κρατάει ένα μπαλόνι...

-Είναι η πόρτα ανοιχτή,συμβαίνει κάτι;ρωτάει κοιτώντας διστακτικά γύρω γύρω...

-Ποιος είναι αυτός ο ΠΟΛΥ νεαρός Μπιούτι;Μαθητής σου να υποθέσω ε;Και είχες πάει σε πάρτι με τους συμμαθητές σου ε;

Η μάνα μου,που δεν της ξεφεύγει τίποτε...Τρέμω στην ιδέα ότι μπορεί και να κατάλαβε...

Το Τεκνό ευτυχως αποκρίνεται θετικά.

-Δασκάλα είναι η νύφη μου;ρωτάει η Μπάμπω...

-Η ποια; απορεί το Τεκνό...

Εγώ δε δύναμαι να απαντήσω!

-Φιλόλογος!Που να διοριστεί όμως;Δεν έχουμε τα μέσα...Με κανα ιδιαίτερο τη βγάζει...

-Δεν πειράζει συμπεθέρα,έχουμε λεφτά εμείς...

-Μπιούτι;

Άντε πάλι!

Σηκώνω το βλέμμα,και βλέπω την Τίνα.Αυτή μας έλειπε τώρα.

-Τι γίνεται;
-Βλέπεις κάτι περίεργο Τίνα;

 Ένα Τεκνό,ένα μπαλόνι,ένας γονατισμένος που δεν κουνιέται με ένα μονόπετρο,μια γιαγιά και η μάνα μου.Τόσο νορμαλ!

-Πάρτι κάνετε;ρωτάει και προσπαθεί να πνίξει το γέλιο της.
-Πάρτη,πάρτη φωνάζει η γριά στο Τεκνό αυτή,να μείνουνε και τα παιδιά μόνα τους.

''Όσο δέρμα,και αν πετάξεις...Φίδι είσαι δε θα αλλάξεις...''

-Τίνα μου,το κινητό σου δε θα το σηκώσεις;

 Η Τίνα τα χάνει...Η Μπάμπω πάει στο τραπέζι και το αρπάζει...

-Τι διάολο είναι τούτο;Κουμπιά δεν έχει;Πως μπορείτε με αυτά τα μαραφέτια;

<<Τίνα;>>

Ακούγεται μια φωνή από το κινητό.Η Μπάμπω κατά λάθος το σήκωσε και το έβαλε σε ανοιχτή ακρόαση.

Η Τίνα ασπρίζει...

-Δε θα μιλήσεις Τίνα;Για σένα είναι Τίνα...φωνάζω.

<<Μπιούτι;>>

-Μίλα Τίνα,γιατί δε μιλάς;Παλιοφίδι...

-Πας καλά ρε Μπιούτι;

-Ναι ε;Έλα πες το,δεν είναι αυτό που νομίζω ε;

-Όχι βέβαια...

<<Μπιούτι,πήρα διαζύγιο.Δε σου ήρθαν τα χαρτιά;Τώρα θα είμαστε ελεύθεροι μωρό μου...>>

-Μπιούτι;Τι λέει αυτός;Με παντρεμένο μωρή;Ααααα,δεν είμαι καλά....η μάνα μου έχει πέσει κάτω...Φτερουγίζει η καρδιά μου...Σβήνω....Φεύγω...Κακούργα....Θα σε βλέπει ο πατέρας σου,και θα πεθάνει δεύτερη φορά....

Αυτό ήταν...

-Συμπεθέρα;Συμπεθέρα;φωνάζει η Μπάμπω και τη χαστουκίζει...

-Πάω να καλέσω ένα ασθενοφόρο,φωνάζει το Τεκνό...

-Ρε Μπιούτι είσαι με τα καλά σου;Τι πέρασε από το μυαλό σου; μου ψυθιρίζει η Τίνα...

Ο Επαμεινώνδας ακίνητος με το δαχτυλίδι στο χέρι...

Γίνεται να μη μου μιλάει κανείς;Αφήστε με στην ησυχία μου...

  Μισή ώρα μετά,είμαστε στον προθάλαμο του νοσοκομείου.Η μάνα μου στα επείγοντα,και εμείς απέξω...Εγώ...Η Τίνα...Το Τεκνό...Η Μπάμπω...Ο Επαμεινώνδας...Το cast του θεάτρου του παραλόγου....

 Δεν αντέχω άλλο.Πηγαίνω έξω.Λίγος καθαρός αέρας,είναι ότι χρειάζομαι αυτή τη στιγμή.Όμως ασφυκτιώ,δε μπορώ να αναπνεύσω.

 Νιώθω τόσο ντροπιασμένη.Θέλω να ανοίξει η γη και να με καταπιεί...Τα δάκρυα που τρέχουν από τα μάτια μου καίνε,αλλά δε με νοιάζει...Αυτή είναι η τιμωρία μου...Σκότωσα τη μάνα μου;...Πως θα ζήσω μετά από αυτό;Υπάρχει χειρότερη τιμωρία από τις τύψεις;

 Ένα ποτήρι νερό εμφανίζεται μπροστά μου.Σηκώνω τα μάτια μου.Το Τεκνό.

''Ορίστε...'',μου λέει και μου το προσφέρει.Δε μπορώ να το πιω...
Θέλω να μιλήσω,αλλά ούτε η φωνή μου βγαίνει,ούτε και ξέρω τι να πω...
-Δε χρειάζεται να μου πεις κάτι...
Η φωτογραφία μου
you may say i'm a dreamer... but i'm not the only one... i hope some day you'll join us...